- παρατιλτρίας
- παρατιλτρίᾱς , παρατίλτριαfemale slave who plucked the hairsfem acc plπαρατιλτρίᾱς , παρατίλτριαfemale slave who plucked the hairsfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.